ουσιαστικό, πληθυντικός αριθμός αρμοδιοτήτων. η κατάσταση ή το γεγονός ότι κάποιος είναι υπεύθυνος, υπόλογος ή υπόλογος για κάτι που εμπίπτει στην εξουσία, τον έλεγχο ή τη διαχείρισή του.
Είναι η υπευθυνότητα λέξη;
re·spon·sible. προσθ.
Είναι υπεύθυνο επίθετο;
5 → υπεύθυνη δουλειά/θέση6 → να είσαι υπεύθυνος σε κάποιον Γραμματική• Το Responsible είναι πάντα επίθετο, ποτέ ουσιαστικό: Ποιος είναι υπεύθυνος;
Τι είναι η ονομαστική λέξη του Responsible;
ευθύνη. Η κατάσταση του να είσαι υπεύθυνος, υπόλογος ή υπόλογος. Καθήκον, υποχρέωση ή υποχρέωση για την οποία κάποιος λογοδοτεί.
Τι είναι το ουσιαστικό του δημιουργικού;
δημιουργικότητα. Η κατάσταση του να είσαι δημιουργικός. δημιουργικότητα.