Ορισμοί για retiral retiral·ral
- retiralnoun. απόσυρση, υποχώρηση.
- retiralnoun. συνταξιοδότηση.
Τι σημαίνει Retiral;
: μια πράξη απόσυρσης: όπως π.χ. α: υποχώρηση, απόσυρση.
Είναι το Retiral μια σκωτσέζικη λέξη;
(στη Σκωτία) αποχώρηση ατόμου από δουλειά ή γραφείο.
Ακολουθεί με μία λέξη;
Σαν ρήμα, follow through είναι δύο λέξεις χωρίς παύλα. Ως ουσιαστικό, το follow-through είναι μία λέξη με παύλα ανάμεσα στα δύο μέρη. Ακολουθούν παραδείγματα ακολουθίας που χρησιμοποιούνται ως ρήμα: Η σαύρα θα ακολουθήσει τα σχέδιά του για παγκόσμια κυριαρχία.
Τι είναι η ορθογραφία του συνταξιούχου;
αποσύρθηκε από ή δεν ασχολείται πλέον με την επιχείρηση ή το επάγγελμά του: συνταξιούχος τραπεζίτης. οφειλόμενος ή δεδομένου συνταξιούχου: συνταξιούχος πληρωμή. απομονωμένο ή απομονωμένο: ένα συνταξιούχο μικρό χωριό.