verbverb worrits, verb woriting, verb worrited Αισθάνεστε άγχος; ανησυχία.
Τι σημαίνει Ανησυχημένος;
απαράβατο ρήμα. διαλεκτική, Αγγλία: να ανησυχείς ή να εκδηλώνεις άγχος ή ανησυχία. ανησυχώ. ουσιαστικό. /
Υπάρχει λέξη Apostilled;
Έννοια του apostille στα Αγγλικά
Apostille είναι μια μέθοδος πιστοποίησης ενός εγγράφου για χρήση σε άλλη χώρα. Για τις χώρες που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση της Χάγης, αρκεί η νομιμοποίηση των εγγράφων με το αντίστοιχο Apostille.
Είναι η τελική λέξη;
ult·ti·ma· tive.
Είναι το Applicates λέξη;
επίθετο. Έχετε αίτηση; μπορεί να εφαρμοστεί· εφαρμοστέο, σχετικό, σχετικό, κατάλληλο.